29/04/2010 - 2/3
«επαγγελματική κατάρτιση»: κάθε μορφή αρχικής επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης, στις οποίες περιλαμβάνεται η τεχνική και επαγγελματική διδασκαλία και μαθητεία, που συμβάλλει στην απόκτηση επαγγελματικών προσόντων αναγνωρισμένων από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο χορηγείται, καθώς και κάθε μορφή συνεχούς επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης που παρακολουθεί ένα πρόσωπο κατά τη διάρκεια της ενεργού επαγγελματικής ζωής του· 24.11.2006 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 327/49, Άρθρο 2, Ορισμοί 12.
«εκπαιδευτές»: πρόσωπα τα οποία, ως εκ των καθηκόντων τους, συμμετέχουν άμεσα στην διαδικασία επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης στα κράτη μέλη· 24.11.2006 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 327/49, Άρθρο 2, Ορισμοί 5.
«εκπαιδευόμενος»: πρόσωπο το οποίο συμμετέχει σε επαγγελματική κατάρτιση, είτε σε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή εκπαιδευτικό οργανισμό, είτε σε εργασιακό χώρο· 24.11.2006 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 327/49, Άρθρο 2, Ορισμοί 7
«άτομα που βρίσκονται στην αγορά εργασίας»: εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι ή άτομα που αναζητούν απασχόληση· 24.11.2006 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 327/49, Άρθρο 2, Ορισμοί 9
‘trainers’ mean persons who, through their duties, are involved directly in the vocational education and training process in the Member States; 24.11.2006 EN Official Journal of the European Union L 327/49 , Article 2, Definitions 5
‘trainee’ means a person undergoing vocational training, either within a training institution or training organisation or at the workplace; 24.11.2006 EN Official Journal of the European Union L 327/49 , Article 2, Definitions 7
‘people in the labour market’ means workers, the selfemployed or people available for employment; 24.11.2006 EN Official Journal of the European Union L 327/49 , Article 2, Definitions 9
‘vocational training’ means any form of initial vocational education or training, including technical and vocational teaching and apprenticeships, which contributes to the achievement of a vocational qualification recognised by the competent authorities in the Member State in which it is obtained, as well as any continuing vocational education or training undertaken by a person during his or her working life; 24.11.2006 EN Official Journal of the European Union L 327/49 , Article 2, Definitions 12